Ζούμε στην εποχή της ραγδαίας αναπτυσσόμενης τεχνολογίας, που σημαίνει ότι και το φαινόμενο της εξάρτησης από αυτήν εξελίσσεται και δεν έχει ακόμα κορυφωθεί. Σχεδόν κάθε σπίτι έχει πρόσβαση στο διαδίκτυο από τουλάχιστον μια συσκευή (κινητό, laptop, tablet), γεγονός που έχει φέρει πολλές αλλαγές: η ενημέρωση γίνεται εύκολα, γρήγορα κι οικονομικά∙ απόψεις ανταλλάσσονται επί παντός επιστητού (blogs, forums)∙ τα άτομα δικτυώνονται κοινωνικά (fecebook, instagram, twitter)∙ γνωρίζουν νέα άτομα για σύναψη σχέσης ή ερωτικής επαφής (tinder, match.com)∙ παίζουν ηλεκτρονικά παιχνίδια για να εκτονωθούν∙ βλέπουν βιντεάκια για να χαλαρώσουν και να διασκεδάσουν∙ βρίσκουν διέξοδο από την καθημερινότητα τους.
Οι νέες τεχνολογίες χρησιμοποιούνται από όλες τις ηλικιακές ομάδες ως μέσο επικοινωνίας, γεγονός που καθιστά πιθανό για όλους μας την κατάχρηση ή και την εξάρτηση από αυτές. Ιδιαίτερα μας απασχολεί η εφηβεία, επειδή είναι η χρονική περίοδος που αναδεικνύεται η ταυτότητα του ατόμου. Οι αξίες, οι αρχές, οι στάσεις και τα βιώματα που έχουν δημιουργηθεί κατά την παιδική ηλικία αρχίζουν τώρα να βγαίνουν πιο έντονα στην επιφάνεια. Κι αυτά σε συνδυασμό με την πολυπλοκότητα της εφηβικής ηλικίας, όπου το άτομο από παιδί θέλει να γίνει ενήλικας, θέλει να ανακαλύψει τον εαυτό του και τον κόσμο, θέλει να ανεξαρτητοποιηθεί και να δώσει το δικό του νόημα στη ζωή του. Έτσι, η εφηβεία αποτελεί την χρονική περίοδο που οι νέοι υπό την επίδραση διαφόρων σύνθετων παραγόντων (βιολογικών, ψυχολογικών, κοινωνικών), διασταυρώνονται με τις ουσίες και τις τεχνολογίες και μπορεί να μετατραπεί ο πειραματισμός από τις πρώτες και η χρήση των δεύτερων σε κατάχρηση ή κι εξάρτηση από αυτές.
Το φαινόμενο του εθισμού από τις τεχνολογίες ή τις ψυχοτρόπες ουσίες είναι η ξεκάθαρη εκδήλωση μιας δυσλειτουργικής κατάστασης, η οποία δεν εμφανίζεται ξαφνικά στη ζωή ενός ανθρώπου. Οι αιτιολογικοί παράγοντες που συντελούν και δημιουργούν τις προϋποθέσεις για την εμφάνιση της αναπτύσσονται κατά την παιδική ηλικία. Κατά την διάρκεια αυτής συμβαίνουν ραγδαίες αλλαγές και οι επιδράσεις που δέχεται το παιδί είναι καθοριστικές για την μετέπειτα εξέλιξη του. Αυτή η περίοδος καθορίζεται άμεσα από την οικογένεια, το σχολείο και το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον. Στο παρόν κείμενο εστιάζουμε περισσότερο στον παράγοντα οικογένεια, αφενός γιατί αποτελεί τον πρώτο φορέα κοινωνικοποίησης του παιδιού και αφετέρου γιατί η πυρηνική δομή της μας κάνει να στραφούμε περισσότερο στον εαυτό μας και να διερωτηθούμε για την προσωπική ευθύνη και συμβολή μας ως ενήλικες και γονείς στην κατάσταση του εθισμού.
Ας κοιτάξουμε πιο προσεχτικά την εξαρτητική ενασχόληση των εφήβων με το διαδίκτυο, τις ηλεκτρονικές συσκευές, τα παιχνίδια και τις εφαρμογές. Έχουν τη δυνατότητα να δημιουργήσουν προφίλ στους λογαριασμούς τους ή χαρακτήρες στα παιχνίδια τους, υιοθετώντας την ταυτότητα που τους αρέσει, γίνονται αυτοί που θα ήθελαν να είναι. Με τις επιδόσεις τους σε αυτά ή μέσω του ποιοι παρουσιάζονται ότι είναι, ενισχύεται η αυτοεκτίμηση τους. Αφιερώνοντας το χρόνο τους εκεί, ανακουφίζονται από τα άγχη του σχολείου, της οικογένειας, της εφηβείας. Ξεφεύγουν από την απαιτητική πραγματικότητα τους. Νιώθουν κύριοι του εαυτού τους, καθώς δεν έχουν κανέναν γονιό ή δάσκαλο πάνω από το κεφάλι τους να τους υποδεικνύει τι πρέπει να κάνουν και πότε να το κάνουν.
Η καλή εικόνα εαυτού που δημιουργείται όμως, είναι ψευδής και γρήγορα έρχεται το ψυχολογικό άδειασμα που τους ωθεί να καταναλώσουν ακόμα περισσότερο χρόνο στα παιχνίδια και στο διαδίκτυο γενικότερα, προκειμένου να νιώσουν καλύτερα. Η άμεση επικοινωνία αντικαθίσταται από την ηλεκτρονική επικοινωνία, έχοντας ως διαμεσολαβητή μια μηχανή. Έτσι, αποφεύγεται η οικειότητα, η ανάπτυξη συναισθημάτων, η κατά πρόσωπο αντιμετώπιση καταστάσεων. Τα ηλεκτρονικά παιχνίδια δίνουν έναν τρόπο για να περνάς και μόνος σου καλά, γεγονός φυσικά που συνάδει με την εποχή μας, και αυξάνει την απομόνωση, το κλείσιμο στον εαυτό, το αίσθημα της ντροπής και της αμηχανίας.
Ας κοιτάξουμε τώρα την εξάρτηση των εφήβων από τις ουσίες. Η αίσθηση που έχουν για τον εαυτό τους, οι δυσκολίες στις σχέσεις με τα σημαντικά άτομα της ζωή τους και το ‘’κενό’’ στην επικοινωνία τους, οδηγεί τους εφήβους να προσπαθούν να το γεμίσουν με κάτι απ’ έξω: αλκοόλ, ναρκωτικά. Αυτό που ζουν δεν αντέχεται, νιώθουν μόνοι. Προκειμένου να νιώσουν ότι ανήκουν κάπου, να γίνουν αποδεκτοί για την διαφορετικότητα τους ή να νιώσουν ξεχωριστοί, εντάσσονται στην παρέα που κάνει χρήση. Μπαίνοντας στην παρέα, αποκτούν μια ιδεολογία, γίνονται πιο ελκυστικοί ως φίλοι ή ερωτικοί σύντροφοι και για κάποιους άξιοι να τους φοβούνται. Η χρήση ουσιών, αρχικά τουλάχιστον, δημιουργεί μια κάλυψη σε αισθήματα αδυναμίας, ανικανότητας, αποτυχίας. Συσσωρευμένα συναισθήματα βρίσκουν διέξοδο και οι έφηβοι ανακουφίζονται από την ένταση και το άγχος.
Η προσωρινή φυγή από την πραγματικότητα δημιουργεί ωστόσο μεγαλύτερες ‘’φυλακές’’. Οι έφηβοι χρήστες επικεντρώνουν όλη την προσοχή τους και χτίζουν τη ζωή τους γύρω από το αντικείμενο της εξάρτησης τους. Συζητούν αποκλειστικά είτε για την ανεύρεση και χρήση της ουσίας είτε για το παιχνίδι και δεν μοιράζονται πραγματικά αυτά που τους χαροποιούν και τους πονάνε, αυτά που αγγίζουν την ψυχή τους. Η παρέα που έχουν οι έφηβοι χρήστες ουσιών είναι κατά βάση παιδιά που επίσης κάνουν χρήση. Ταυτόχρονα, οι φιλίες που γίνονται μέσω των τεχνολογιών, μπορεί να μειώνουν το στίγμα του να γνωρίσουν φίλους ή ερωτικούς συντρόφους διαδικτυακά, αλλά δεν συνάδει με την ευτυχία που αποζητούν. Οι σχέσεις δεν έχουν βάθος, είναι επιφανειακές, απρόσωπες, εφήμερες κι η απόρριψη συχνότερη. Η απόρριψη όμως, ακόμα και με την κάλυψη που δημιουργεί η συσκευή, πονάει εξίσου.
Στην εφηβεία, η εξάρτηση από τις ουσίες ή το διαδίκτυο αλλά και η κατάχρηση αυτών, είναι ένα καμπανάκι από τους εφήβους προς τους γονείς τους, ότι πρέπει να ασχοληθούν μαζί τους με τρόπο διαφορετικό από ότι μέχρι σήμερα. Στην περίπτωση των ηλεκτρονικών παιχνιδιών, οι έφηβοι συνήθως περνάνε πολύ χρόνο μέσα στο σπίτι, ενώ στην περίπτωση των ουσιών έξω από αυτό. Σε κάθε περίπτωση όμως, ο εθισμός δεν καλύπτεται και το παιδί κάτι ‘’φωνάζει’’ με τη συμπεριφορά του. Οι γονείς καλούνται να το ακούσουν με ανανεωμένη προσοχή. Να αφυπνιστούν ως προς το ρόλο τους, να διερωτηθούν για τις σχέσεις τους με τα παιδιά τους αλλά και για τον ίδιο τους τον εαυτό.
Ας κοιτάξουμε πιο προσεχτικά πώς λειτουργούμε εμείς οι γονείς στην καθημερινότητα μας. Πόσο χρόνο αφιερώνουμε στο κινητό μας χαζεύοντας ή παίζοντας παιχνίδια. Πόσο χρόνο αφήνουμε τα παιδιά μας στις διάφορες συσκευές κι έτσι δεν ασχολούμαστε εμείς μαζί τους. Ας αναρωτηθούμε για το πώς είναι η σχέση μας με τα παιδιά μας. Αν αφιερώνουμε χρόνο, ενέργεια και διάθεση στο να είμαστε κοντά τους. Η ισορροπία είναι πολύ λεπτή, δεν πρέπει να είμαστε ούτε υπερβολικά κοντά καταπιέζοντας τα, ούτε υπερβολικά μακριά. Ακόμα, πώς είμαστε με τον ίδιο μας τον εαυτό. Αν τον προσέχουμε, αν τον φροντίζουμε, αν τον συνοδεύουμε καλά καθώς μεγαλώνει. Κι αυτό τόσο για να είμαστε καλά εμείς οι ίδιοι όσο και για να δίνουμε το ‘’καλό παράδειγμα’’ στα παιδιά μας.
Όλες οι θεραπευτικές παρεμβάσεις βασίζονται στην ενίσχυση της αυτοεκτίμησης, της επικοινωνίας μεταξύ των μελών της οικογένειας, των σχέσεων με φίλους, στις δραστηριότητες που γυμνάζουν το σώμα και καλλιεργούν το πνεύμα και τις δεξιότητες. Τα ίδια λειτουργούν κι ως παράγοντες πρόληψης, προστατεύουν δηλαδή από την όποια ενδεχόμενη εξάρτηση. Η ζωή βρίσκεται στην επαφή, στη σύνδεση μεταξύ των ανθρώπων, στις συγκρούσεις και τα μονοιάσματα. Στο συναίσθημα, που κάποιες φορές πονάει πολύ κι άλλες είναι βάλσαμο. Και όταν έρχεται η αγκαλιά, το χάδι, το μοίρασμα, το κοίταγμα στα μάτια, οι ψυχές μαλακώνουν κι ο καθένας μας βρίσκει το δρόμο του. Και είναι καλό να μάθουμε να αγκαλιάζουμε πρώτα από όλα τον ίδιο μας τον εαυτό!